ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Στη σημερινή συγκυρία, ο ταξικός ανταγωνισμός διεξάγεται στο πλαίσιο έντονων ανακατατάξεων σε παγκόσμια κλίμακα. Σε όποια γωνιά του πλανήτη κι αν στρέψει κανείς/καμία το βλέμμα του/της, υπάρχει αναβρασμός. Οι μεταβολές αυτές αντικατοπτρίζονται σε διαφορετικά πεδία: στα διάφορα σχέδια υπέρβασης της καπιταλιστικής κρίσης, τα οποία επιστρατεύει το κυρίαρχο μπλοκ σε Ευρώπη και Αμερική, στον πολεμικό «πυρετό» στη Μέση Ανατολή, στα τεράστια προσφυγικά κύματα, στην αλλαγή των γεωπολιτικών ισορροπιών.
Με δεδομένη την πυκνότητα και την πολυπλοκότητα των γεγονότων, μπορούμε να ξεχωρίσουμε ορισμένα σημεία αναφοράς για την ανάλυση της διεθνούς συγκυρίας.
Η κρίση του παγκόσμιου καπιταλισμού συνεχίζει να αποτελεί το γενικό πλαίσιο που διέπει τις εξελίξεις, κάτι που αποτυπώνεται πιο εμφατικά στον αποκαλούμενο «δυτικό κόσμο». Για τα οικονομικά και πολιτικά υποσυστήματα του δυτικού κόσμου (ΕΕ, ΗΠΑ) Θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε πως το σημείο ισορροπίας που εξασφάλιζε τη συναίνεση γύρω από το νεοφιλελεύθερο τρόπο οργάνωσης των κοινωνιών συνεχίζει να βρίσκεται υπό αμφισβήτηση από την έναρξη της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης μέχρι και σήμερα. Οι εφαρμοζόμενες πολιτικές λιτότητας έχουν συρρικνώσει τα δικαιώματα του κόσμου της εργασίας και δημιουργούν νέα συσσώρευση πλούτου στα χέρια λίγων.
Παράλληλα, στο δυτικό κόσμο, η απουσία αυτού του σημείου ισορροπίας έχει ως αποτέλεσμα το βάθεμα της κρίσης πολιτικής εκπροσώπησης. Ίσως για πρώτη φορά μετά το ξέσπασμα της κρίσης βλέπουμε τόσο εκτεταμένα το φαινόμενο «οι από πάνω να μην μπορούν να κυβερνήσουν όπως παλιά και οι από κάτω να μη θέλουν να κυβερνηθούν όπως παλιά». Σε Ευρώπη και Αμερική, το πολιτικό σκηνικό αναδιατάσσεται. Το αστικό μπλοκ εξουσίας αναζητά νέους τρόπους για να αναπαραχθεί, αλλά και οι κοινωνικές δυνάμεις μετατοπίζονται πολιτικά. Στο πλαίσιο αυτό, παρατηρείται η ανάδυση κομμάτων της ακροδεξιάς, εθνικιστικών κινημάτων που διεκδικούν θέσεις εξουσίας. Σε ιδεολογικό επίπεδο, διαφαίνεται η εκ νέου ανάδυση του έθνους – κράτους, που συχνά εμφανίζεται ως απάντηση σε νέες μορφές υπερεθνικής ολοκλήρωσης του κεφαλαίου.
Η ιμπεριαλιστική αλυσίδα αναδιατάσσεται. Η κατάσταση στη Μέση Ανατολή γίνεται «καθρέφτης» αυτής της αλλαγής, καθώς με αναφορά –κυρίως- στη συριακή κρίση, δημιουργούνται περιφερειακά υποσυστήματα εξουσίας, τα οποία προσπαθούν να αναβαθμίσουν την επιρροή τους στην περιοχή.
Ταυτόχρονα, το τελευταίο διάστημα παρατηρούμε μία από τις μεγαλύτερες μετακινήσεις πληθυσμών μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι μετακινήσεις αυτές παίρνουν κυρίως τη μορφή προσφυγικών κυμάτων προερχόμενων από χώρες που βρίσκονται σε εμπόλεμη κατάσταση. Συνεχίζονται παράλληλα, τα κύματα των οικονομικών μεταναστών/ -στριών, οι οποίοι και οποίες αναζητούν καλύτερες συνθήκες διαβίωσης. Η Ευρώπη και οι ΗΠΑ είναι τα βασικά κέντρα προορισμού αυτών των πληθυσμιακών μετακινήσεων.
Επιπρόσθετα, ο δυτικός κόσμος ταλανίζεται και από κρίση «ασφάλειας». Οι αυξανόμενες τρομοκρατικές επιθέσεις δημιουργούν σκηνικό φόβου που διαταράσσει πλέον την καθημερινότητα των δυτικών κοινωνιών και δίνει το πάτημα για ένταση της αστυνομοκρατίας, περιστολή δικαιωμάτων αλλά και για όξυνση των συντηρητικών αντανακλαστικών της κοινωνίας.
1.2 Οι 3 όψεις του πολιτικού ανταγωνισμού
Ο Francis Fukuyama μίλησε για το «τέλος της ιστορίας». Οι υπέρμαχοι αυτού του ιδεολογήματος προχώρησαν στη μεταφυσική διαπίστωση της νομοτελειακής κυριαρχίας του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και της απόλυτης κυριαρχίας της ελεύθερης αγοράς. Στην πραγματικότητα, η συγκεκριμένη θέση είχε σκοπό να δείξει ότι η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο με σκοπό το κέρδος, συνιστά μια αδιαπραγμάτευτη σταθερά. Οι θιασώτες αυτής της θέσης, βρέθηκαν όμως με τον καιρό απέναντι σε ό,τι συμβαίνει σε όσους/-ες ιστορικά αποπειράθηκαν να εμφανίσουν την επιστημονική, πολιτική, ιδεολογική, θρησκευτική τους θέση ως θέσφατο για τις κοινωνίες. Διαψεύστηκαν.
Και αυτό συνέβη διότι η αντίθεση πλούσιων και φτωχών δεν είναι μία φυσική ανθρώπινη κατάσταση. Αντίθετα, είναι προϊόν κοινωνικών σχέσεων, συγκρούσεων και συμβιβασμών, είναι μία πολυσύνθετη κοινωνική λειτουργία που επικαθορίζει τον τρόπο που ζούμε.
Σήμερα, μετά από οκτώ χρόνια παρατεταμένης κρίσης του νεοφιλελεύθερου υποδείγματος, δεν θα ήταν λάθος να ισχυριστούμε πως έχουν αναδειχθεί υπολογίσιμες κοινωνικές δυνάμεις που το αμφισβητούν. Το θεωρητικό σχήμα που μιλούσε για το τέλος των ιδεολογιών, δεν έχει την αίγλη που είχε τη δεκαετία του ’90, αν και ο νεοφιλελευθερισμός παρά την κρίση, παραμένει ακόμα ηγεμονικός. Όμως, η έκβαση της διαδικασίας αναζήτησης ενός νέου σημείου ισορροπίας είναι ανοιχτή. Στο παγκόσμιο σκηνικό, διαμορφώνονται αυτή τη στιγμή τρεις όψεις του πολιτικού ανταγωνισμού: α) ο «παραδοσιακός» νεοφιλελευθερισμός, β) η επανεμφάνιση του εθνικισμού και γ) η αμφισβήτηση της λιτότητας και το αίτημα για δημοκρατία.
Δεν αναφερόμαστε σε σχέδια τα οποία εκπονούνται από ενιαία κέντρα ή απολύτως ανάλογα στην έκφραση και στους σκοπούς τους. Αυτό άλλωστε δεν θα μπορούσε ποτέ να συμβεί σε μια περίοδο βαθιάς κρίσης του κυρίαρχου υποδείγματος.
Ο «παραδοσιακός» νεοφιλελευθερισμός
Οι υπέρμαχοι της ελευθερίας της αγοράς (σχολή του Σικάγο), με την οικονομική κρίση των αρχών του 1970, βρήκαν την ευκαιρία να κερδίσουν έδαφος, ενώ, πολλές κυβερνήσεις προθυμοποιήθηκαν να εφαρμόσουν τα προγράμματά τους. Αξίζει να αναφερθεί ότι οι πρώτοι και καλύτεροι μαθητές ήταν αυταρχικά καθεστώτα όπως αυτό του Pinochet στη Χιλή που ανέτρεψε τη δημοκρατικά εκλεγμένη αριστερή κυβέρνηση του Allende. Σήμερα, και μετά την πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού και της ΕΣΣΔ, νεοφιλελεύθερες συνταγές έχουν εφαρμοστεί σε όλο τον πλανήτη. Το νεοφιλελεύθερο δόγμα στηρίζεται σε μία διπλή στοχοθεσία για την οργάνωση της κοινωνίας και της οικονομίας, με άξονα την αναδιανομή πλούτου από κάτω προς τα πάνω. Από τη μία η υποτίμηση της εργασίας που περιλαμβάνει πολιτικές μείωσης των αποδοχών των εργαζομένων, περιστολής των δικαιωμάτων τους, μείωση του «κοινωνικού μισθού», αύξηση της φορολογίας για τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα και φοροαπαλλαγές για τα ανώτερα κλπ. Από την άλλη οργανώνει τον περιορισμό του δημόσιου χώρου, δηλαδή την ιδιωτικοποίηση δημόσιων αγαθών και υπηρεσιών (παιδεία, υγεία), τη μείωση του κοινωνικού κράτους κλπ.
Παράλληλα, κεντρικό στοιχείο της νεοφιλελεύθερης αντίληψης είναι η συρρίκνωση της δημοκρατίας και των κοινωνικών δικαιωμάτων καθώς και η αντικατάσταση της πολιτικής από τεχνοκράτες-ειδικούς/-ες, εξοβελίζοντας το λαϊκό παράγοντα. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο απέκτησε ρόλο κυρίαρχου παίκτη στη διαμόρφωση της οικονομικής και πολιτικής πραγματικότητας.
Σχεδόν μία δεκαετία μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers στις Η.Π.Α και την έναρξη της διεθνούς οικονομικής κρίσης όλο και περισσότερες κοινωνικές δυνάμεις συνειδητοποιούν τα αδιέξοδα αυτής της πολιτικής. Τα προγράμματα διάσωσης των τραπεζών αλλά και ολόκληρων εθνικών οικονομιών βασίζονται στη λιτότητα και την παρατείνουν. Στις σημερινές συνθήκες, οι δυνάμεις του νεοφιλελευθερισμού επιδιώκουν, μέσα από προγράμματα λιτότητας, να διαμορφώσουν τους όρους υπέρβασης της υπάρχουσας κρίσης, δημιουργώντας νέα πεδία κερδοφορίας για το κεφάλαιο, οξύνοντας τις κοινωνικές ανισότητες, μέσα από πολύ πιο «επιθετικές» πολιτικές σε σχέση με το παρελθόν. Βασικό ζήτημα για τις δυνάμεις του νεοφιλελευθερισμού σήμερα είναι η ανταγωνιστικότητα των οικονομιών που θα επιτευχθεί συρρικνώνοντας τα δικαιώματα της εργασίας, μέσω της δημιουργίας ενός νέου καθεστώτος κεφαλαιακής συσσώρευσης, ενός καθεστώτος ασύδοτου, χωρίς περιορισμούς και χωρίς κανόνες.
Ωστόσο, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε πως οι επιθετικές πολιτικές λιτότητας έχουν δημιουργήσει τάσεις απονομιμοποίησης του νεοφιλελευθερισμού ως το μοντέλο εκείνο που μπορεί να εξασφαλίσει την ευημερία και την κάλυψη των κοινωνικών αναγκών.
Η παλινόρθωση των εθνικισμών
Η κρίση του νεοφιλελεύθερου υποδείγματος δεν σημαίνει αυτόματα τη στροφή των κοινωνιών σε πιο συλλογικούς, συμμετοχικούς και δημοκρατικούς δρόμους. Ο φόβος, η απόγνωση και η ανασφάλεια που παρήγαγε η κρίση, δημιούργησε πολιτικό χώρο για τη δυναμική επανεμφάνιση εθνικιστικών τάσεων. Η γραμμή της εθνικής περιχαράκωσης, η επανεμφάνιση του ρατσισμού, η εναντίωση στην παγκοσμιοποίηση, μέσω της οικονομικής περιχαράκωσης, αποτελούν πτυχές μιας νέας ακροδεξιάς δυναμικής που αναπτύσσεται στο δυτικό κόσμο.
Προφανώς, η συγκεκριμένη πολιτική τοποθέτηση δεν εντοπίζει το πρόβλημα στην ανισοκατανομή εντός της κάθε οικονομίας, έτσι ανακαλύπτει εξωτερικούς ή εισαγόμενους εχθρούς, ενώ ταυτόχρονα προσπαθεί να ενισχύσει την εθνική ταυτότητα επιδιώκοντας να δημιουργήσει ένα νέο εθνικό «εμείς», ικανό να επικαθορίσει όλες τις εσωτερικές αντιθέσεις. Το βασικό όμως είναι ότι ενεργοποιεί όλα τα συντηρητικά αντανακλαστικά της κοινωνίας επενδύοντας στον κοινωνικό αυτοματισμό, συνθήκη η οποία σε συνδυασμό με την οικονομική κρίση που πλήττει κυρίως τα κατώτερα στρώματα παράγει ένα εκρηκτικό αποτέλεσμα. Αυτές οι συνθήκες δίνουν τη δυνατότητα στους/στις κυρίαρχους/-ες να εντείνουν την εκμετάλλευση και τον αυταρχισμό.
Η λογική των κλειστών συνόρων, η ρατσιστική προσέγγιση της αντιμετώπισης της προσφυγικής κρίσης, η ισλαμοφοβία ως απάντηση στην τρομοκρατία του ISIS, η στοχοποίηση της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας, αποτελούν όψεις ενός μισαλλόδοξου και άκρως αντιδραστικού πολιτικού σχεδίου που βασίζεται στο φόβο, ενισχύει εθνικές αφηγήσεις, παράγει νέους εθνικισμούς και πολιτικές δυνάμεις, οι οποίες επιδιώκουν να εμφανισθούν ως πειστική απάντηση στη σημερινή πολύπλευρη κρίση.
Βέβαια, παρά το γεγονός ότι η ακροδεξιά επιδιώκει να εμφανισθεί ως αντισυστημική δύναμη που εναντιώνεται στο νεοφιλελευθερισμό, στην πραγματικότητα αποτελεί μία ακόμα επιθετικότερη όψη του ίδιου του καπιταλιστικού συστήματος. Προσπαθεί να αποκρύψει την ταξική διάσταση της κρίσης, αντιμάχεται τη δημοκρατία και τα κοινωνικά δικαιώματα και αποτελεί άλλο ένα οχυρό του κεφαλαίου για να ανακόψει την όποια ριζοσπαστική δυναμική εμφανίζουν οι λαϊκοί αγώνες και οι δυνάμεις της Αριστεράς.
Η αμφισβήτηση της λιτότητας, η υπεράσπιση τη εργασίας και το αίτημα για δημοκρατία
Η Αριστερά, έχοντας πληγεί από την κατάρρευση του λεγόμενου υπαρκτού σοσιαλισμού και την απαξίωση του σοσιαλιστικού προτάγματος, αντιμετώπισε για μεγάλο χρονικό διάστημα υπαρξιακά διλήμματα, τα οποία την κρατούσαν στο περιθώριο της πολιτικής σκηνής, χωρίς τη δυνατότητα συσπείρωσης πλατιών λαϊκών μαζών και έκφρασης ενός συνολικού ανταγωνιστικού πολιτικού σχεδίου προς το κυρίαρχο νεοφιλελεύθερο. Ωστόσο, οι κινηματικές διεργασίες του αντιπαγκοσμιοποιητικού κινήματος με επίκεντρο την ευρωπαϊκή ήπειρο και η ανάδειξη προοδευτικών κυβερνήσεων στη Λατινική Αμερική δημιούργησαν νέες δυνατότητες αμφισβήτησης του νεοφιλελεύθερου μονόδρομου.
Το ξέσπασμα της κρίσης το 2008 αποτέλεσε μία νέα συνθήκη που πρόσφερε την «ευκαιρία» για την αλλαγή των όρων του πολιτικού ανταγωνισμού. Από την αρχή της κρίσης, οι δυνάμεις της Αριστεράς προσπάθησαν να αρθρώσουν το δικό τους σχέδιο. Από την πλευρά μας, ερμηνεύσαμε την κρίση ως μια διαδικασία αναδιανομής από τα κάτω προς τα πάνω, με βασικό στόχο την υποτίμηση της εργασίας σε κάθε πτυχή της ζωής της.
Σε επίπεδο ανάλυσης, ορίσαμε τις 3 όψεις της δομικής καπιταλιστικής κρίσης. 1) Την κρίση του κεφαλαίου 2) Την κρίση της εργασίας 3) Την κρίση χρέους και των δημόσιων οικονομικών. Μέσα σε αυτές τις 3 όψεις της οικονομικής κρίσης επισημάναμε πως το κεφάλαιο από την πλευρά του επέλεξε να μετακυλήσει το κόστος των ζημιών του στην ίδια την εργασία, αξιοποιώντας ως μοχλό πίεσης το χρέος και τα δημόσια οικονομικά για την εφαρμογή των πιο σκληρών πολιτικών λιτότητας. Η «κοινωνικοποίηση των ζημιών και η ιδιωτικοποίηση των κερδών» αποτέλεσε ένα από τα σχήματα της Αριστεράς που επιχειρούσε να περιγράψει συνοπτικά τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές αντιμετώπισης της κρίσης.
Οι αγώνες των τελευταίων χρόνων ενάντια στο νεοφιλελευθερισμό διαμόρφωσαν το έδαφος για τη συγκρότηση ενός κοινωνικού μετώπου ενάντια στη λιτότητα. Οι εργατικοί αγώνες στην Ιταλία, την Ισπανία, τη Γαλλία, η όξυνση των ανισοτήτων στον ευρωπαϊκό νότο, τα κινήματα των πλατειών από το Σύνταγμα και την Puerta del Sol μέχρι το Occupy Wall Street στις ΗΠΑ ανέδειξαν τη διεθνή διάσταση της λιτότητας, το βάθεμα της κρίσης εκπροσώπησης, δημιούργησαν σημεία συνάντησης κινημάτων και έδωσαν τη δυνατότητα σε ριζοσπαστικές δυνάμεις με διαφορετικές αποχρώσεις ανά τον κόσμο να βγουν στο πολιτικό προσκήνιο διεκδικώντας την πολιτική εξουσία, επιδιώκοντας να εκφράσουν στο πολιτικό πεδίο τη λαϊκή διαθεσιμότητα που αναδείχθηκε από τους κοινωνικές αγώνες των προηγούμενων χρόνων, θέτοντας στο επίκεντρο των αναλύσεων και των διεκδικήσεων τους το αίτημα της πολιτικής ανατροπής, τον τερματισμό της λιτότητας, την υπεράσπιση της δημοκρατίας, τη σύγκρουση με την ακροδεξιά και το φασισμό. Φυσικά, η παραπάνω συνθήκη δεν έγινε με όρους ούτε χρονικής, αλλά ούτε και πολιτικής συνέχειας. Τα ρήγματα στη στρατηγική του αντιπάλου ούτε εμφανίζονται ταυτόχρονα, αλλά ούτε και έχουν τα ίδια χαρακτηριστικά. Ανάλογα με το ρυθμό, την ένταση και τον τρόπο με τον οποίο εφαρμόζεται το νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα ανά κοινωνικό σχηματισμό, ποικίλουν οι αγώνες και τα κινήματα των υποτελών τάξεων καθώς και οι πολιτικές τους εκφράσεις. Τέτοια παραδείγματα αποτελούν ο ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα, η πορτογαλική Αριστερά, οι Unidos Podemos στην Ισπανία, η ριζοσπαστικοποίηση τμήματος των εργατικών της Αγγλίας με επικεφαλής τον Jeremy Corbin και η υποψηφιότητα του Bernie Sanders στις ΗΠΑ.
1.3 Ο κόσμος
Ο παγκόσμιος καπιταλισμός βρίσκεται σε αναζήτηση ενός νέου σημείου ισορροπίας που θα εξασφαλίζει αφενός την ομαλή αναπαραγωγή του καπιταλιστικού υποδείγματος, αφετέρου θα αποκρυσταλλώνει μία «νέα ηγεμονία» στον παγκόσμιο συσχετισμό δύναμης. Η προαναφερθείσα συνθήκη αντανακλάται σήμερα σε ολοένα και περισσότερες περιοχές του κόσμου. Κυρίαρχες δυνάμεις αμφισβητούνται και αναδιατάσσονται, νέες δυνάμεις αναδύονται και συγκροτούνται νέες σφαίρες επιρροής. Αλλά και στο εσωτερικό τους, οι κυρίαρχες δυνάμεις βιώνουν σημαντικές κρίσεις και κοινωνικές αλλαγές. Για την καλύτερη κατανόηση της κατάστασης, σε διεθνές επίπεδο, χρειάζεται ξεχωριστή ματιά στα διάφορα γεωγραφικά υποσυστήματα του πλανήτη.
ΗΠΑ
Οι ΗΠΑ σήμερα βρίσκονται σε φάση σημαντικών κοινωνικών και πολιτικών αλλαγών. Η ανάδειξη του Donald Trump στην προεδρία των ΗΠΑ, σηματοδοτεί την επικράτηση ενός πολιτικού σχεδίου με βασικά χαρακτηριστικά την εθνική αναδίπλωση σε οικονομικό και πολιτικό επίπεδο και την αξιοποίηση των συντηρητικών αντανακλαστικών της κοινωνίας, όπως είναι ο ρατσισμός και η ξενοφοβία.
Στον αντίποδα, για πρώτη φορά με συγκροτημένο και μαζικό τρόπο, εμφανίζεται ο προοδευτικός πόλος στην αμερικάνικη πολιτική σκηνή. Γύρω από την καμπάνια του Bernie Sanders ξεδιπλώθηκε ένα πολιτικό πρόγραμμα με σαφή ριζοσπαστικό προσανατολισμό, που έθετε στο στόχαστρο της κριτικής του τα μεγάλα συμφέροντα του κεφαλαίου και των τραπεζών και έθετε ως προμετωπίδα ένα πρόγραμμα ανάταξης της κοινωνικής πλειοψηφίας, κεφαλαιοποιώντας αγώνες που χαρακτήρισαν την αμερικανική κοινωνία το προηγούμενο διάστημα.
Είναι προφανές ότι η κοινωνία των ΗΠΑ παρουσιάζεται πολωμένη και διχασμένη. Αυτή η κατάσταση είναι αποτέλεσμα της κρίσης όπου χιλιάδες άνθρωποι έμειναν άστεγοι και η ανεργία αυξήθηκε κατακόρυφα. Η κυβέρνηση Obama, ακολουθώντας πολιτικές κρατικού παρεμβατισμού, κατάφερε να ανακόψει τη διόγκωση της κρίσης, αδυνατώντας ωστόσο να περιορίσει ουσιαστικά τις κοινωνικές της συνέπειες. Παράλληλα, η σταδιακή αποβιομηχάνιση εκτόξευσε την ανεργία και την ανέχεια σε πολλές πολιτείες των ΗΠΑ, κάνοντας το κοινωνικό έδαφος γόνιμο για την ανάπτυξη των πιο συντηρητικών αντανακλαστικών.
Σε αυτό το έδαφος, αναδύθηκε ξανά μια διαχρονική τομή που υπάρχει στην αμερικάνικη κοινωνία. Αναφερόμαστε στη φυλετική διάκριση η οποία έχει βαθιές ιστορικές ρίζες και ο αγώνας για την άρση τους έχει γράψει δεκάδες σελίδες της ιστορίας της χώρας. Αυτή η διάκριση έχει επανεμφανιστεί επιθετικά, στο φόντο των δεκάδων δολοφονιών Αφροαμερικανών/ίδων από την Αστυνομία. Οι δολοφονίες αυτές ανέδειξαν ένα δομικό ρατσισμό που σοβεί στις ΗΠΑ, παρά την ανάδειξη το 2008 του πρώτου Αφροαμερικανού Προέδρου στην ιστορία, και εκτείνεται σε κρατικούς λειτουργούς, δικαστές, MME αλλά και σε σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας.
Η στήριξη που βρήκε η υποψηφιότητα Trump από αυτό το ρεύμα ήταν πρωτοφανής και γι’ αυτό το λόγο η ανάδειξη του στην προεδρία μπορεί να σημάνει μια περίοδο πολιτικής και ιδεολογικής νομιμοποίησης ρατσιστικών πρακτικών, μέσα στην αμερικανική κοινωνία.
Απέναντι όμως σε αυτή τη συντηρητική στροφή, το πολύμορφο ριζοσπαστικό στρατόπεδο στις ΗΠΑ οργανώνεται και εξαπλώνει τη δράση του. Ο κόσμος του Occupy, οι ακτιβιστές/-ίστριες του Black Lives Matter, οι φοιτητές/-τριες, οι περιβαλλοντικοί/-ές ακτιβιστές/-ίστριες, η δραστήρια ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα, όσοι και όσες συμμετείχαν στην καμπάνια Sanders, είναι βασικά συστατικά αυτού του υπό διαμόρφωση πολιτικού και κινηματικού πόλου.
Κίνα
Τα προηγούμενα χρόνια, η τεράστια συγκέντρωση κεφαλαίων, οι αυξανόμενοι ρυθμοί ανάπτυξης της κινεζικής οικονομίας αλλά και η διείσδυση του κινεζικού κεφαλαίου στον χάρτη της παγκοσμιοποίησης διαμόρφωσαν μια νέα πραγματικότητα. Το οικονομικό θαύμα του Πεκίνου στηρίχθηκε στην εκμετάλλευση ενός ολόκληρου λαού στο όνομα της ανάπτυξης και κερδοφορίας μερικών κρατικών μονοπωλιακών ομίλων. Σήμερα, για πρώτη φορά, οι ΗΠΑ, δια στόματος Trump, βάζουν στο στόχαστρο τις εταιρίες και τα εργοστάσια που έχουν μεταφερθεί στην Κίνα επιδιώκοντας τον περιορισμό της κινεζικής ισχύος. Η Κίνα εμφανίζεται ως το αντίπαλον δέος απέναντι στις οικονομικές λογικές προστατευτισμού του Trump και υπερασπιστής της παγκοσμιοποίησης και του ελεύθερου εμπορίου.
Αραβικός κόσμος
Στον αραβικό κόσμο, οι εξελίξεις του τελευταίου διαστήματος είναι καταιγιστικές. Κυρίαρχο στοιχείο στην περιοχή αποτελεί η άνοδος των δυνάμεων του ισλαμισμού και η συγκρότηση του αυτοαποκαλούμενου «Ισλαμικού Κράτους» στη Μέση Ανατολή. Πρόκειται για ένα σχέδιο κοινωνικού σκοταδισμού και ακραίας εκμετάλλευσης, εκμετάλλευση σε επίπεδο οικονομικό, ταξικό, θρησκευτικό, φυλετικό, καθώς και εκμετάλλευση με βάση το φύλο. Η ήττα του σχεδίου αυτού και των δυνάμεων που το εκφράζουν, στη Μέση Ανατολή και αλλού, είναι στόχος όχι μόνο της Αριστεράς, παγκοσμίως, αλλά και κάθε δύναμης που επιδιώκει την ειρήνη στην περιοχή.
Οι ευθύνες της ιμπεριαλιστικής διείσδυσης στην περιοχή για τη γιγάντωση του τζιχαντισμού είναι σημαντικές. Η Μέση Ανατολή αποτελεί παραδοσιακά χώρο σύγκρουσης και διευθέτησης των γεωπολιτικών ισορροπιών σε παγκόσμιο επίπεδο και, συνακόλουθα, «καθρέφτη» των συσχετισμών δύναμης στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα.
Στην παρούσα χρονική στιγμή, επίκεντρο των εξελίξεων στην περιοχή καθίσταται η συριακή κρίση, ένα γεγονός που ξεκίνησε ως εμφύλια σύρραξη και κατέληξε σε περιφερειακή σύγκρουση.
Με επίκεντρο τη συριακή κρίση και τη μάχη ενάντια στην ισλαμιστική τρομοκρατία, στην περιοχή της Μέσης Ανατολής ξεδιπλώνονται αντιτιθέμενα σχέδια των δυνάμεων του ιμπεριαλισμού, για την πολιτική και οικονομική διείσδυση στην περιοχή και τον έλεγχο των πλουτοπαραγωγικών πηγών της.
Ρωσία
Η Ρωσία επεκτείνει τη σφαίρα επιρροής της στον ανατολικό ευρωπαϊκό χάρτη, καθώς τόσο ο πρόεδρος της Βουλγαρίας όσο και αυτός της Μολδαβίας εντάσσονται στο φιλορωσικό μπλοκ. Την ίδια στιγμή, έχει παγιωθεί η κυριαρχία της στην Κριμαία. Παράλληλα, συμμαχώντας με Συρία, Ιράν και Λίβανο προσπαθεί να αποκτήσει κομβικό ρόλο στις ανακατατάξεις που λαμβάνουν χώρα στη Μέση Ανατολή.
Μέσα σε συνθήκες μεγάλων οικονομικών ανακατατάξεων και κρίσης των σχέσεων ΗΠΑ-Κίνας, η Ρωσία, υπό την ηγεσία του Putin, διαβλέπει στην αναβάθμιση των σχέσεών της με τη νέα κυβέρνηση των ΗΠΑ, σε αντιδιαστολή με την πραγματικότητα που είχε διαμορφωθεί επί εποχής Obama. Υπό αυτό το πρίσμα, προσπαθεί ουσιαστικά να εδραιωθεί στην ευρύτερη περιοχή και να αναβαθμίσει τον ρόλο της, επιδιώκοντας να εδραιωθεί ως περιφερειακή δύναμη.
Τουρκία
Στην Τουρκία, το καθεστώς του Tayyip Erdogan βρίσκεται σε μια φάση περαιτέρω αυταρχικοποίησης, στο πλαίσιο και της προσπάθειάς του να εδραιωθεί μετά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος εναντίον του Τούρκου προέδρου, το καλοκαίρι του 2016. Περαιτέρω περιστολή πολιτικών ελευθεριών, πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων και κύμα πολιτικών διώξεων ενάντια σε πανεπιστημιακούς, δημοσιογράφους και σε όποιον/όποια τολμά να αμφισβητήσει την εξουσία του Erdogan, συνθέτουν το σκηνικό της Τουρκίας σήμερα. Στο επίκεντρο φυσικά των διώξεων βρίσκονται οι Κούρδοι και οι Κούρδισσες, καθώς οι δυνάμεις του HDP.
Η κρίση στην Τουρκία βαθαίνει και η απουσία σταθερότητας στην ευρύτερη περιοχή οξύνεται. Η αδυναμία συμμετοχής των τουρκικών στρατευμάτων στις επιχειρήσεις κατά του ISIS στο Ιράκ, η εδραίωση των Κούρδων του YPG στο βόρειο τμήμα της Συρίας και οι τρομοκρατικές ενέργειες που λαμβάνουν χώρα στο εσωτερικό της χώρας, διαμορφώνουν μία συνθήκη εύθραυστη και άκρως πιεστική για τον ίδιο τον Εrdogan. Ο ίδιος με τα μάτια στραμμένα στην διασφάλιση και διεύρυνση της εξουσίας του στο εσωτερικό της χώρας, επενδύει σε ένα νέο «οθωμανικό εθνικισμό», διαβλέποντας στην ισχυροποίηση της θέσης του μέσα από τη συνταγματική αναθεώρηση.
Λατινική Αμερική
Η Λατινική Αμερική συνεχίζει να είναι σημαντικό κομμάτι του προοδευτικού στρατοπέδου, ωστόσο τα τελευταία χρόνια έχουν υπάρξει σημαντικές εξελίξεις στην πορεία των αριστερών κυβερνήσεων και κινημάτων στην περιοχή.
Εν τη απουσία πλέον των δύο μεγαλύτερων μορφών της πρόσφατης ιστορίας, του Fidel Castro και του Hugo Chávez, τόσο η Κούβα όσο και η Βενεζουέλα βρίσκονται σε ιστορικό σταυροδρόμι. Οι συνέπειες του εμπάργκο στη μία και αυτές της πετρελαϊκής κρίσης στην άλλη, έχουν σοβαρότατες οικονομικές συνέπειες τις οποίες σπεύδουν να εκμεταλλευτούν εσωτερικοί και εξωτερικοί αντίπαλοι.
Παρ’ όλα αυτά όμως, οι ρίζες των ριζοσπαστικών διεργασιών συνεχίζουν να είναι βαθιές τόσο στις δύο χώρες, όσο όμως και σε όσες συνεχίζουν την προοδευτική τους πορεία (Εκουαδόρ, Βολιβία, Νικαράγουα).
1.4 Ευρώπη
Η Ευρώπη βρίσκεται σήμερα μπροστά σε σταυροδρόμι, όντας αντιμέτωπη με μια πολυδιάστατη κρίση. Αυτή η κρίση αναδεικνύει τις αντιφάσεις του οικοδομήματος της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και θέτει υπό αμφισβήτηση τη συνοχή της ίδιας της ΕΕ. Όσον αφορά τη θέση της στον κόσμο, η Ευρωπαϊκή Ένωση τείνει να εξελιχθεί σε ιμπεριαλιστικό κέντρο υπό την ηγεσία της Γερμανίας. Εκεί αποσκοπούν οι επιδιώξεις για ενίσχυση της στρατιωτικής της ισχύος και στρατιωτικές επεμβάσεις είτε αυτόνομα είτε σε συνεργασία με το ΝΑΤΟ. Η ουκρανική κρίση και η εμπόλεμη συνθήκη στη Μέση Ανατολή ανέδειξαν την άρνηση της ηγεσίας της ΕΕ να καταστεί η Ένωση σταθερός πόλος ειρήνης και σταθερότητας για όλη την ευρωπαϊκή ήπειρο και τον άμεσο περίγυρό της (Μεσόγειος-Μέση Ανατολή).
Η εμμονή των νεοφιλελεύθερων ευρωπαϊκών ελίτ σε προγράμματα σκληρής λιτότητας στα κράτη μέλη της ΕΕ μέσα από το δόγμα Schäuble (Σόιμπλε) διαλύει διαρκώς τα δικαιώματα του κόσμου της εργασίας, ενώ παράλληλα έχει οδηγήσει σε πολύπλευρες πολιτικές ανακατατάξεις σε συνδυασμό με τον τρόπο διαχείρισης της προσφυγικής κρίσης μέσα από ρατσιστικές πολιτικές και λογικές κλειστών συνόρων, αλλά και την κρίση ασφάλειας που προέκυψε μετά από τις τρομοκρατικές ενέργειες του ISIS σε σειρά ευρωπαϊκών χωρών. Οι σημερινοί συσχετισμοί της ΕΕ εξακολουθούν να μην ευνοούν τις δυνάμεις της Αριστεράς. Παραμένει και εντείνεται η κρίση δημοκρατικής νομιμοποίησης, με το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο να έχει ρόλο επικυρωτή αποφάσεων που λαμβάνονται αντιδημοκρατικά, ερήμην των λαών και των εκλεγμένων εκπροσώπων τους, ενώ το «This is a Coup» του Ιουλίου του 2015 απέναντι στην Ελλάδα αποτέλεσε τομή ως προς τον αυταρχικό χαρακτήρα της.
Προσφυγικό
Η Ευρώπη τον τελευταίο ενάμιση χρόνο βρίσκεται αντιμέτωπη με μια πρωτοφανή προσφυγική κρίση, καθώς κλήθηκε να διαχειριστεί τη μεγαλύτερη μετακίνηση προσφυγικών ροών μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Την ίδια στιγμή δυο διαφορετικά σχέδια εκτυλίχθηκαν και συνεχίζουν να εκτυλίσσονται στο εσωτερικό της Ευρώπης, η οποία στη μεγάλη της πλειοψηφία αποδείχθηκε ανεπαρκής, όχι μόνο στο να προτάξει μια φιλειρηνική εξωτερική πολιτική, αλλά και στο να διαχειριστεί τις τεράστιες προσφυγικές ροές. Από τη μια πλευρά βρέθηκαν τα συντηρητικά τμήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης με πρωτοπόρες της χώρες του Βίσεγκραντ όπου επενδύοντας πάνω στο φόβο για το διαφορετικό ακολούθησαν μια πολιτική κλειστών συνόρων, δίνοντας ώθηση στην όξυνση των ρατσιστικών και φασιστικών φωνών μέσα στην Ευρώπη. Από την άλλη πλευρά, βρέθηκε η προοδευτική αντίληψη που εκφράστηκε κυρίως μέσα από την Ελλάδα και την ελληνική κυβέρνηση, η οποία όχι μόνο διαχειρίστηκε για ένα μεγάλο διάστημα την προσφυγική κρίση, χωρίς καμία υποστήριξη από τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά ανέδειξε, επίσης, το προσφυγικό ως ένα θέμα πανευρωπαϊκό και παγκόσμιο. Παράλληλα, η έκρηξη της λαϊκής διαθεσιμότητας και η αλληλεγγύη που έδειξαν οι τοπικές κοινωνίες της Ελλάδας αποτελούν αντιπαράδειγμα και φωτεινό σηματοδότη σε σχέση με τη συνολική διαχείριση του προσφυγικού στην Ευρώπη.
Το αποτύπωμα αυτών των δυσμενών συσχετισμών δύναμης κορυφώθηκε με τη Συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας. Το περιεχόμενο της Συμφωνίας που προέκυψε στη Σύνοδο Κορυφής στις 18 Μαρτίου 2016, είναι το αποτέλεσμα της αυταρχικής πρακτικής των κλειστών συνόρων στην οποία προέβησαν μονομερώς κράτη των Βαλκανίων και της Κεντρικής Ευρώπης, ερχόμενα σε αντίθεση με την πρόσφατη ιστορία τους. Ακριβώς γι’ αυτό το λόγο, είναι μια «ρύθμιση» με όρους κατ’ επείγοντος, η οποία δε διασφαλίζει την πλήρη εφαρμογή της Συνθήκης της Γενεύης για την προστασία των προσφύγων. Η ελληνική πλευρά καλείται να αντιμετωπίσει μία εκρηκτική κατάσταση στα νησιά, με τον εγκλωβισμό χιλιάδων ανθρώπων σε hot-spot. Η συνθήκη αυτή αναδεικνύει την ανάγκη ενός σχεδίου άμεσης αποσυμφόρησης των νησιών και λήψης όλων των απαραίτητων μέτρων διασφάλισης αξιοπρεπών συνθηκών διαβίωσης για τους/τις πρόσφυγες. Επιπρόσθετα, η ήδη προβληματική Συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας, γεννά ακόμη περισσότερα προβλήματα για τους/τις πρόσφυγες από τη στιγμή που η Τουρκία αναγνωρίζεται ως ασφαλής τρίτη χώρα για αυτούς/-ές.
Διατλαντικές συμφωνίες Εμπορίου
Ένα θέμα το οποίο ιεραρχείται ψηλά στην ατζέντα της Ευρώπης είναι οι διατλαντικές συμφωνίες εμπορίου TTIP – CETA – TISA οι οποίες βρίσκονται υπό διαπραγμάτευση ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση με τις ΗΠΑ και τον Καναδά. Οι παραπάνω εμπορικές συμφωνίες αποτελούν την ισχυρότερη, μέχρι σήμερα, προσπάθεια να επιβληθεί σε παγκόσμιο επίπεδο η πλήρης απελευθέρωση της ασυδοσίας των αγορών και ισχυροποίησης των πολυεθνικών επιχειρηματικών ομίλων, ενάντια στις ανάγκες των κοινωνιών και την προστασία της φύσης. Είναι δεδομένο πως οι συμφωνίες αυτές αν εφαρμοστούν θα επηρεάσουν κάθε πτυχή της ζωής μας, ανατρέποντας κατακτήσεις δεκαετιών σε τομείς όπως τα εργασιακά δικαιώματα, τη διατροφική ασφάλεια, το δίκαιο, την προστασία του περιβάλλοντος, τη δημόσια υγεία, τη προστασία των προσωπικών δεδομένων, την πνευματική ιδιοκτησία και τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Αποτελούν, επίσης, απόπειρες υπερεθνικής οικονομικής ολοκλήρωσης, καθώς συνεπάγονται την μεταφορά εξουσίας από κράτη σε τεχνοκρατικά μη εκλεγμένα αντιδημοκρατικά κέντρα και εταιρικούς ομίλους. Με αυτόν τον τρόπο απειλούνται η δημοκρατία, οι έννοιες της εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας. Αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε σε ένα σημείο, όπου μετά την παύση των διαπραγματεύσεων για την TTIP, όλα τα μάτια είναι στραμμένα στην CETA. Οι πρωτοβουλίες εναντίωσης στις διατλαντικές συμφωνίες εμπορίου, που έχουν προκύψει σε μια σειρά από ευρωπαϊκές χώρες, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, χρειάζεται να γιγαντωθούν και να οξύνουν τη δράση τους, αποτρέποντας την ψήφιση αυτών των συμφωνιών από τα εθνικά κοινοβούλια της Ευρώπης.
Πολιτικές ανακατατάξεις
Κεντρικό στοιχείο που διαπερνά πολλές ευρωπαϊκές χώρες είναι η αμφισβήτηση των πολιτικών και της στρατηγικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η αμφισβήτηση εκφράζεται από δύο απολύτως αντιπαραθετικά πολιτικά σχέδια.
Από τη μια πλευρά, εκδηλώνεται το αίτημα για την επανίδρυση της ΕΕ το οποίο εκφράζεται από τις δυνάμεις της Ευρωπαϊκής Αριστεράς σε ολόκληρη την Ευρώπη και το οποίο συμπυκνώνεται μέσα από το σύνθημα «Μια νέα Ευρώπη για έναν νέο κόσμο». Προϋπόθεση αλλά και στόχος αυτού του αιτήματος αποτελούν η ανάσχεση της νεοφιλελεύθερης επίθεσης που παράγει αποκλίσεις μεταξύ των λαών, βαθαίνει τις κοινωνικές ανισότητες και εντείνει τις σχέσεις κυριαρχίας και εκμετάλλευσης. Οι νίκες αριστερών δυνάμεων σε Ελλάδα και Πορτογαλία, η ανάδειξη των UNIDOS PODEMOS στην Ισπανία ως έναν υπαρκτό ανταγωνιστικό πόλο προς τον ισπανικό νεοφιλελευθερισμό, η άνοδος του Sin Fein στην Ιρλανδία, οι διαφοροποιήσεις στην ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία όπως αυτές φάνηκαν και από την ανάδυση του Corbyn στο Εργατικό Κόμμα Βρετανίας μπορούν να αποτελέσουν την αρχή της υποχώρησης του νεοφιλελευθερισμού ενώ ταυτόχρονα μπορούν να λειτουργήσουν ως καταλύτης γενικότερων πολιτικών αλλαγών. Με τα σημερινά δεδομένα, ως κεντρικό ζήτημα αναδεικνύεται η αποτελεσματική οργάνωση και συνεργασία των δυνάμεων που συμμετέχουν ή παρακολουθούν το Κόμμα Ευρωπαϊκής Αριστεράς, και ο διάλογος και η συνεργασία με τους Ευρωπαίους Πρασίνους, καθώς και με εκείνα τα τμήματα της σοσιαλδημοκρατίας που δεν ανέχονται πλέον την ηγεμόνευσή τους από το νεοφιλελευθερισμό και αντιστέκονται στη λιτότητα, τον αυταρχισμό που τη συνοδεύει, και αντιπαλεύουν τον νεοφασισμό, την άνοδο των εθνικιστικών και ακροδεξιών δυνάμεων.
Από την άλλη πλευρά, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με τη δυναμική επανεμφάνιση και ανάπτυξη, με ισχυρά εκλογικά ποσοστά, των δυνάμεων της ξενοφοβίας, του σεξισμού, του ρατσισμού και του νεοναζισμού οι οποίες πρωτοστατούν και στην πρόσφατη έξαρση της ισλαμοφοβίας, ιδιαίτερα μετά το τρομοκρατικό χτύπημα του ISIS στο Παρίσι και στις Βρυξέλλες. Παράλληλα, το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στη Μεγάλη Βρετανία σίγουρα αποτυπώνει την αμφισβήτηση του υπάρχοντος ευρωπαϊκού οικοδομήματος από αντιδραστική σκοπιά αφού επενδύει σε λογικές εθνικής περιχαράκωσης και βασίζεται σε εθνικιστική ρητορική. Η άνοδος του AFD στη Γερμανία, η δυναμική της Λεπέν στη Γαλλία, η ισχυροποίηση της άκρας δεξιάς σε Αυστρία, Δανία και Ολλανδία, η παρουσία της ΧΑ στην Ελλάδα, έχουν διαμορφώσει μία ισχυρή νεοφασιστική πολιτική έκφραση, με ερείσματα στα κατώτερα λαϊκά στρώματα, που απειλεί την υπαρκτή Ευρώπη.